Σε έρευνα που διεξήχθη το 2010 από τους διακεκριμένους επιστήμονες, Maria Kalafati, Athanasios Z Jamurtas, Michalis Nikolaidis, Vassilis Paschalis, Anastasios A Theodorou, Giorgos K Sakellariou, Yiannis Koutedakis, Dimitris Kouretas, με αντικείμενο την κόπωση και την αποθεραπεία σε (9) εννέα αθλητές. Ανταλλάσοντας τμηματικά και σε ορισμένους χρόνους τους πληθυσμούς, χορηγήθηκε καθόλη την διάρκεια της έρευνας, στον μισό πληθυσμό σπιρουλίνα και στο άλλο μισό πλασέμπο.
Για να αξιολογήσουν την αθλητική απόδοση και την κόπωση πριν και μετά τις ανταλλαγές των πληθυσμών οι ερευνητές όρισαν σε κάθε άτομο να τρέξει σε διάδρομο σε ένταση ίση με το 75% της μέγιστης VO2 για 2 ώρες και στη συνέχεια στο 95% VO2 max μέχρι εξάντλησης. Στη συνέχεια μέτρησαν δείγματα αίματος πριν, αμέσως μετά και 48 ώρες μετά την άσκηση και τα ανέλυσαν για δείκτες κόπωσης όπως η οξειδωμένη γλουταθειόνη (GSH) και οι αντιδραστικές με το θειοβαρβιτουρικό οξύ ουσίες (TBARS). Οι συγκεντρώσεις αυτών των δεικτών σχετίζονται με καθιερωμένους δείκτες υπερπροπόνησης, όπως η C-αντιδρώσα πρωτεΐνη (συγκεκριμένα hs-CRP) που μετράται στα πάνελ InnerAge και Ultimate του InsideTracker.
Όταν οι ερευνητές συνέκριναν τις δύο ομάδες μετά το πέρασμα 2 εβδομάδων με παρέμβαση σπιρουλίνας και πλασέμπο, παρατήρησαν ότι ο χρόνος κόπωσης μετά το τρέξιμο των 2 ωρών ήταν σημαντικά μεγαλύτερος στην ομάδα που έλαβε συμπλήρωμα σπιρουλίνας (2,70 λεπτά) από ό,τι στην ομάδα του εικονικού φαρμάκου πλασέμπο (2,05 λεπτά) η διαφορά είναι 30%.
Επιπλέον, η κατάποση σπιρουλίνας μείωσε τον ρυθμό οξείδωσης των υδατανθράκων κατά 10,3% και αύξησε τον ρυθμό οξείδωσης του λίπους κατά 10,9% κατά τη διάρκεια του τρεξίματος των 2 ωρών σε σύγκριση με τα άτομα στη δοκιμή εικονικού φαρμάκου πλασέμπο.
Και τα δύο αυτά στοιχεία υποδηλώνουν ότι τα άτομα στην ομάδα της σπιρουλίνας είχαν χαμηλότερα ποσοστά κόπωσης και μυϊκού στρες. Επιπλέον, δείκτες όπως η οξειδωμένη GSH και το TBARS ήταν αυξημένοι στην ομάδα εικονικού φαρμάκου 1 ώρα μετά την άσκηση αλλά όχι στην ομάδα της σπιρουλίνας.
Εξαιτίας αυτών των ευρημάτων, οι ερευνητές δήλωσαν ότι «η κατανάλωση τροφίμου σπιρουλίνας προκάλεσε σημαντική αύξηση στην απόδοση της άσκησης και την οξείδωση του λίπους και τη συγκέντρωση της GSH και μείωσε την αύξηση της υπεροξείδωσης των λιπιδίων που προκαλείται από την άσκηση».
Η συσχέτιση μεταξύ της κόπωσης και των οξειδωτικών δεικτών, όπως η GSH με τη συγκέντρωση της CRP, μπορεί επίσης να έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση των επιπέδων της CRP σε περίπτωση που είναι αυξημένα.
Τι είναι η CRP ή C-αντιδρώσα πρωτεΐνη;
Η CRP (C-reactive protein ή C-αντιδρώσα πρωτεΐνη) είναι ένας μη ειδικός δείκτης οξείας φλεγμονής, δηλαδή αυξάνει γρήγορα όταν αναπτυχθεί φλεγμονή σε οποιοδήποτε σημείο του σώματός μας.
Η CRP, ως πρωτεΐνη που είναι, συντίθεται στο συκώτι όταν παραχθούν ουσίες (π χ ιντερλευκίνη 6 και άλλες κυτταροκίνες) από τα μακροφάγα και τα λιποκύτταρα, ως απάντηση σε διάφορες φλεγμονές από βακτήρια, ιούς, μύκητες, ρευματικά νοσήματα ή άλλου είδους φλεγμονές. Η CRP κατόπιν συνδέεται με την φωσφοχολίνη στην επιφάνεια των νεκρών κυττάρων που καταστρέφονται κατά την διάρκεια της φλεγμονής και με τον τρόπο αυτό ενεργοποιείται το σύστημα συμπληρώματος, δηλαδή η φυσική άμυνα του οργανισμού.
Από εδώ μεταβείτε στην ενότητα τί είναι η σπιρουλίνα
Τί είναι η γλουταθειόνη (GSH);
Η γλουταθειόνη (GSH) είναι ένα τριπεπτίδιο που συντίθεται στα κύτταρα του ανθρώπινου οργανισμού. Αποτελείται από τα αμινοξέα κυστεΐνη, γλουταμινικό οξύ και γλυκίνη. Η γλουταθειόνη συμμετέχει σε πολλές βιολογικές διεργασίες όπως:
Την απομάκρυνση των δραστικών ριζών οξυγόνου (αντιοξειδωτικό)
Την αποτοξίνωση των ξενοβιοτικών και την απομάκρυνση των βαρέων μετάλλων
Τη ρύθμιση της οξειδοαναγωγικής κατάστασης των κυττάρων
Τη ρύθμιση της οξειδωτικής κατάστασης στις σουλφυδρυλικες ομάδες των πρωτεϊνών
Τη ρύθμιση της λειτουργίας του ανοσοποιητικού συστήματος.
Από εδώ μεταβείτε στην ενότητα με τα προϊόντα μας
Η γλουταθειόνη βρίσκεται παντού στον οργανισμό, ειδικά στους πνεύμονες, στον γαστρεντερικό σωλήνα και στο ήπαρ. Ο οργανισμός παράγει και αποθηκεύει τις μεγαλύτερες ποσότητες γλουταθειόνης στο ήπαρ, όπου χρησιμοποιείται για την αποτοξίνωση επιβλαβών ενώσεων και οι οποίες μπορούν να απομακρυνθούν από το σώμα μέσω της χολής.